Βρισκόμαστε στο κατώφλι άλλης μιας σχολικής χρονιάς. Οι ξέγνοιαστες μέρες της θερινής ραστώνης αποτελούν παρελθόν και το καλοκαίρι έχεί ήδη περάσει στο άλμπουμ των αναμνήσεων. Γονείς και μαθητές επιστρέφουν σιγά σιγά στις υποχρεώσεις της καθημερινότητας και την ρουτίνα. Για άλλη μια χρονιά γονείς, μαθητές, ιδιοκτήτες κέντρων ξένων γλωσσών και καθηγητές βρίσκονται αντιμέτωποι με διλήμματα και αβεβαιότητα. Η ατμόσφαιρα στα κέντρα ξενών γλωσσών είναι μουδιασμένη. Η περσινή χρονιά ήταν για πολλά από αυτά η χειρότερη των τελευταίων χρόνων από πλευράς εγγραφών όχι μόνο λόγω της κρίσης αλλά και λόγω της λαίλαπας του ΦΠΑ που ανάγκασε τους ιδιοκτήτες να υποδέχονται γονείς και μαθητές την περίοδο των εγγραφών με ανεβασμένες τιμές. Τί κι αν η κυβέρνηση ανακάλεσε την απόφασή της για την επιβολή του ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση τον Νοέμβριο του 2015; Η ζημιά είχε ήδη γίνει!Παρόλο που σχεδόν όλοι αναγνωρίζουν ότι η εκμάθηση τουλάχιστον μιας ξένης γλώσσας αποτελεί επένδυση για το μέλλον και αδιαμφισβήτητο εφόδιο για την ζωή και την επαγγελματική αποκατάσταση κάποιου, αρκετοί γονείς βρέθηκαν στην δυσάρεστη θέση να ανακοινώσουν στα παιδιά τους ότι δεν μπορούν να σηκώσουν το βάρος των αυξημένων διδάκτρων. Κάποιοι άλλοι αναγκάστηκαν να στραφούν στην λύση των ιδιαίτερων μαθημάτων. Και φέτος λοιπόν πολλοί γονείς βρισκόνται μπροστά στο δίλημμα κέντρο ξένων γλωσσών ή ιδιαίτερο;

Η εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας σε ένα οργανωμένο κέντρο συνοδεύεται από μια σειρά εγγυήσεων. Πρώτο και κυριότερο είναι η μέθοδος, αφού τα μαθήματα ακολουθούν ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών και ένα σταθερό ρυθμό έτσι ώστε να διασφαλίζεται τόσο η σωστή διεκπεραίωση της ύλης, όσο και η απαραίτητη αφομοίωση ώστε να έχει ο μαθητής την επιθυμητή πρόοδο στην γλώσσα. Επιπλέον κάθε σύγχρονο κέντρο ξένων γλωσσών χρησιμοποιεί την τεχνολογία πρός όφελος του μαθητή μέσω διαδραστικών μέσων (interactive boards, projectors) τα οποία κάνουν το μάθημα πιο ενδιαφέρον και ευχάριστο αφού ο μαθητής μπορεί να συμμετάσχει σε αυτό πιο ενεργά.

Από τους πιο σημαντικούς παράγοντες στην επιτυχία ενός κέντρου ξένων γλωσσών είναι η επιλογή των καθηγητών, οι οποίοι για να εργαστούν σε ένα τέτοιο κέντρο πρέπει να πληρούν μια σειρά από τυπικά προσόντα. Θα πρέπει λοιπόν να είναι κάτοχοι άδειας διδασκαλίας που σημαίνει ότι ασχολούνται επαγγελματικά με τον τομέα και έχουν σαν κύριο επάγγελμά τους την διδασκαλία.Επιπλέον να έχουν τουλάχιστον έναν πανεπιστημιακό τίτλο (αν όχι και μεταπτυχιακό) πάνω στην γλώσσα την οποία διδάσκουν. Πέρα των τυπικών αυτών προσόντων τα πιο ουσιαστικά είναι η εμπειρία, το υψηλό τους επίπεδο στη γλώσσα και η προσωπικότητα και η μεταδοτικότητά τους που τους καθιστούν σωστούς εκπαιδευτικούς και κάνουν το μάθημα πιο ελκυστικό και ευχάριστο.

Επίσης το μάθημα σε μία οργανωμένη τάξη προσφέρει μια σειρά από άλλα οφέλη για τον μαθητή. Η εκπαίδευση σε μια ξένη γλώσσα δεν στηρίζεται στην στείρα απομνημόνευση της γνώσης αλλά και στην κατανόηση της κουλτούρας και της νοοτροπίας του λαού που έχει την συγκεκριμένη γλώσσα ως μητρική. Πέρα αυτού, μαθαίνοντας μια ξένη γλώσσα μέσα στην τάξη οι μαθητές κοινωνικοποιούνται και διαπαιδαγωγούνται μαθαίνοντας να συνεργάζονται ως ομάδα, να συμμετέχουν ενεργά, να διαφωνούν, να κάνουν υπομονή, έννοιες που τους βοηθούν να ενταχθούν στο σύνολο. Ακόμα και για τους πιο αδύναμους μαθητές η συμμετοχή τους σε ομαδικό μάθημα τους βοηθά να αποκτήσουν κίνητρο, να επιταχύνουν τους ρυθμούς τους και να μάθουν από τα λάθη τους έτσι ώστε να βελτιωθούν. ‘Αλλωστε τα ολιγομελή τμήματα δίνουν την δυνατότητα στον καθηγητή να σκύψει πάνω από τις ανάγκες του κάθε μαθητή και να τον βοηθήσει να ξεπεράσει την όποια δυσκολία συναντήσει.

Φυσικά και η επιλογή των ιδιαιτέρων μαθημάτων έχει τα πλεονεκτήματά της. Ένα από αυτά είναι η εξοικονόμηση χρόνου τόσο για τον γονέα όσο και για τον μαθητή, αφού ο πρώτος απαλλάσσεται από την μεταφορά του μαθητή στο μάθημα και ο τελευταίος διευκολύνεται στο ήδη βεβαρημένο πρόγραμμά του. Επιπλέον το ιδιαίτερο μάθημα είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του μαθητή βοηθώντας τον να διαμορφώνει στην ουσία ο ίδιος τον ρυθμό με τον οποίο μαθαίνει, κάτι που σε περιπτώσεις πολύ καλών μαθητών μπορεί να σημαίνει ότι ενδεχομένως να φτάσουν στον στόχο του πτυχίου γρηγορότερα. Επίσης ένα “κατά παραγγελία” ιδιαίτερο μάθημα μπορεί να βοηθήσει τόσο μαθητές με κενά να βάλουν τις γνώσεις τους σε μία σειρά, όσο και μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία, ΔΕΠΥ κτλ) να μάθουν μια ξένη γλώσσα με τον δικό τους τρόπο. Δεν είναι τυχαίο ότι στο εξωτερικό υπάρχει ο θεσμός των tutorial lessons (ενισχυτική διδασκαλία υπό μορφή ιδιαίτερου μαθήματος) για τους αδύναμους ή με μαθησιακές δυσκολίες μαθητές. Τέλος, άλλος ένας λόγος που πολλοί γονείς επιλέγουν τα ιδιαίτερα μαθήματα είναι επειδή τους δίνεται η δυνατότητα να διαπραγματευτούν το κόστος των μαθημάτων προς όφελός τους.

Από την άλλη πλευρά όμως αυτό ακριβώς το τελευταίο πλεονέκτημα τείνει στις μέρες μας να είναι εν τέλει από τα μεγαλύτερα μειονεκτήματα των ιδιαίτερων μαθημάτων, αφού λόγω της κρίσης οι τιμές ανά ώρα έχουν υποχωρήσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Αυτές όμως οι πολύ χαμηλές τιμές πολύ συχνά υποκρύπτουν έλλειψη προσόντων από την μεριά του καθηγητή, κάτι που αυτομάτως μεταφράζεται σε χαμηλής ποιότητας μάθημα με φτωχά αποτελέσματα είτε μεσοπρόθεσμα, είτε μακροπρόθεσμα. Είναι αυτονόητο ότι κάποιος ο οποίος δέχεται να αμοίβεται με 8, 5 ή ακόμα και 4 ευρώ την ώρα, είτε δεν έχει τις απαραίτητες σπουδές ή πιστοποιήσεις για να εργαστεί σαν καθηγητής σε κάποιο κέντρο ξένων γλωσσών, είτε έχει την διδασκαλία ως τρόπο ενίσχυσης του εισοδήματός του. Σε πολλές περιπτώσεις οι γονείς επιλέγουν κάποιο φοιτητή ξένης φιλολογίας ή κάποιο κάτοχο Proficiency, των οποίων όμως η απειρία στην διδασκαλία υπονομεύει τις τυχόν γνώσεις που μπορεί να έχουν στην γλώσσα.

Επιπρόσθετα το γεγονός ότι οι επιδόσεις του ίδιου του μαθητή διαμορφώνουν τον ρυθμό του μαθήματος έχει ως αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές ο καθηγητής να μην βαδίζει βάσει κάποιου χρονοδιαγράμματος για την ύλη αλλά να ακολουθεί τους ρυθμούς του μαθητή χωρίς κάποιο διδακτικό πλάνο ή σύστημα. Επιπλέον σε ένα τέτοιου είδους μάθημα ακόμα και ένας καλός καθηγητής δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει την τεχνολογία για να κρατήσει ζωντανό το ενδιαφέρον του μαθητή, ενώ η έλλειψη συμμαθητών κάνει το μάθημα περισσότερο βαρετό, χωρίς το στοιχείο της ευγενούς άμιλλας και αναπόφευκτα περισσότερο κουραστικό αφού δεν υπάρχει η δυνατότητα να ξεκουράζεται ενώ εξετάζεται κάποιος άλλος. Για αυτόν τον λόγο οι ώρες διδασκαλίας των ιδιαίτερων μαθημάτων είναι λιγότερες από τις αντίστοιχες των ομαδικών κάτι που που οδηγεί τον καθηγητή σε συμβιβασμούς στην διεκπεραίωση της ύλης (μη διδασκαλία έκθεσης, προφορικών ή listening, ή ακόμα και μη εξέταση του μαθητή με την μορφή test). Το τελευταίο είναι το πρώτο που εντοπίζεται ως αδυναμία όταν ένας μαθητής που έκανε ιδιαίτερα και απέτυχε στις εξετάσεις καταφεύγει σε κάποιο κέντρο ξένων γλωσσών για να συνεχίσει την προετοιμασία του.

Όταν οι γονείς επισκέπτονται κέντρα ξένων γλωσσών με σκοπό να επιλέξουν το πιο κατάλληλο για το παιδί τους, συνήθως εκτός από την επιθεώρηση της καταλληλότητας των εγκαταστάσεων ζητούν επίσης να πληροφορηθούν αναλυτικά για τα προσόντα των καθηγητών, τον αριθμό των μαθητών ανά τάξη, την μεθοδολογία, τις ώρες διδασκαλίας, τα βιβλία και φυσικά τις επιτυχίες που έχει το κέντρο στις εξετάσεις των πτυχίων. Επίσης ορθώς δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην γνώμη γονιών των οποίων τα παιδιά ήδη φοιτούν στο κέντρο, όπως και πιο πρόσφατα σε σχόλια και κριτικές που κάνουν οι ίδιοι οι μαθητές του κέντρου είτε στην ιστοσελίδα που διατηρεί, είτε σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως το Facebook. Άλλωστε, όσοι μπαίνουν στην διαδικασία να αφιερώσουν χρόνο και να αξιολογήσουν το μάθημα ή τον δάσκαλό τους, σημαίνει ότι έχουν μείνει ευχαριστημένοι από αυτό.

Γιατί λοιπόν κανείς δεν κάνει το ίδιο όταν πρόκειται για κάποιον καθηγητή που κάνει ιδιαίτερα μαθήματα σε “συμφέρουσες” και “οικονομικές” τιμές; Ελάχιστοι είναι οι καθηγητές που κάνουν ιδιαίτερα και αποδεικνύουν την καταλληλότητά τους με την άδεια διδασκαλίας, τις σπουδές που έχουν κάνει ή τα σεμινάρια που έχουν παρακολουθήσει.Ακόμα λιγότεροι είναι εκείνοι που πρίν ξεκινήσουν τα μαθήματα παρουσιάζουν τόσο στους γονείς, όσο και στους ενδιαφερόμενους μαθητές την μέθοδο ή το συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα τα οποία θα ακολουθήσουν.

Τα κριτήρια λοιπόν είναι ξεκάθαρα και το ζητούμενο είναι ο μαθητής να μάθει σωστά την γλώσσα και αυτή η γνώση να συνοδεύεται από κάποιο πτυχίο. Οι στατιστικές δείχνουν ότι οι περισσότεροι επιτυχόντες στις εξετάσεις των πτυχίων έχουν κάνει τις σπουδές τους στην ξένη γλώσσα σε κέντρα ξένων γλωσσών και όχι σε ιδιαίτερα μαθήματα. Η οικονομική κρίση είναι δεδομένη και όλοι ελπίζουμε προσωρινή. Η γνώση και η μόρφωση όμως είναι αξίες διαχρονικές και συνοδεύουν κάποιον σε όλη του την ζωή, άρα οι γονείς οφείλουν να κάνουν την σωστή επιλογή για το μέλλον των παιδιών τους.

ΜΑΙΡΗ ΜΟΤΣΙΟΥ

Καθηγήτρια Αγγλικών στο ΚΞΓ Στρατηγάκη Γαλατσίου